Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΦΙΛΗ.....


Καλοκαίρι 2010 ένα από τα λίγα και αξέχαστα. Και αυτό γιατί όλα έγιναν μαγικά εντελώς ξαφνικά. Κάποιο βράδυ, μάλλον Σάββατο ήταν, με παίρνει τηλέφωνο ένα φιλαράκι και μου λέει:
-    «Πάμε στριπτιζάδικο;»
-    «Οκ, πάμε».
Συναντηθήκαμε ντυμένοι στολισμένοι να πάμε να περάσουμε καλά. Καθώς οδηγούσε μου λέει:
-    «Θα πάμε σε κανονικό ή σε μαγαζί που πάνε και γυναίκες;»
-    «Όχι ρε!», του λέω. «Πάμε σε κανένα κανονικό. Έχουμε φράγκα απόψε».
Οπότε καταλήγουμε Πειραιώς, παρκάρουμε και μπαίνουμε.


Ατμόσφαιρα φανταστική και τα μωράκια όλα φανταστικά. Μέσα στην καλή διάθεση. Πίνουμε ποτάκι και σιγά - σιγά περνάει το βράδυ. Στο μαγαζί γίνονται διάφορα με τα κορίτσια και περνάμε τέλεια. Ξαφνικά, εκεί που έχω αγκαλίτσα ένα καταπληκτικό Ρωσιδάκι και του χαϊδεύω το μουνάκι του, το οποίο ήταν μοναδικό (τόσο ωραίο μουνάκι δεν έχω ξαναπετύχει), γυρίζει ο Παυλάρας και μου λέει:
-    «Ρε, κοίτα τι γίνεται εκεί…»
Μόλις είχε μπει μια παρέα από τρεις γυναίκες γύρω στα 35 με 40 και οι τρεις με φορέματα.
Μια μικρή αποκάλυψη. Τρελαίνομαι για σαραντάρες. Έχω αρχίσει και κολλάω. Βλέπω τις τύπισσες να πίνουν και να κάνουν χαβαλέ. Λέω στον Παυλάρα:
-    «Φιλαράκι, πάμε στοίχημα ότι αυτές θα πάρουν χορό;»
-    «Άσε ρε…», μου λέει. Πάμε όσο θες!»
-    «Οκ!», του λέω. «Άμα κάτσει, κερνάς χορό. Άμα δεν κάτσει, κερνάω εγώ».
Μετά από λίγο, σκάνε στο τραπέζι τρία μωρά ακόμη και πλακώνονται στα γλωσσόφιλα με τις τύπισσες και εκεί γίνεται το μαγικό. Σηκώνεται η μία τύπισσα, παίρνει το Ρωσιδάκι και πάνε καναπέ.
-    «Παυλάκο το κερνάς και γρήγορα γιατί θα πάρω μάτι!», λέω.
Φεύγω λοιπόν μετά από λίγο και σκάω με ένα μαυράκι ακριβώς απέναντι. Κάθομαι άνετα και λέω στο μαυράκι:
-    «Με την άνεση σου…»
Εξάλλου κερασμένα ήταν. Η τύπισσα έχει πλακώσει το Ρωσιδάκι στα γλωσσόφιλα και το Ρωσιδάκι την έχει καβαλήσει τραβώντας το φουστάνι της προς τα πάνω. Η τύπισσα το είχε καυλώσει το Ρωσιδάκι σίγουρα. Ξαφνικά, κάνει μια κίνηση το Ρωσιδάκι, ξεκαβαλάει και πάει δίπλα σηκώνοντας το φόρεμα τελείως. Εγκεφαλικό! Δεν το πίστευα. Μπουτάρες τέλειες, μαύρο τάνγκα και με μιας το κάνει στην άκρη και φαίνεται η τέλεια μουνάρα της τύπισσας. Η πίεση μου πρέπει να πήγε 24. Δεν το πίστευα. Τα έβλεπα όλα. Τη γλωσσούλα της ρωσίδας να γλείφει και να ανοίγει στα δύο την τέλεια μουνάρα και η τύπισσα να καυλώνει.
Κοιτάζω την τύπισσα στα μάτια και είμαι αποφασισμένος να σηκωθώ να πάω δίπλα της. Ας μου έδινε έστω και μια ματιά… Η καύλα είχε γίνει αφόρητη. Την κοιτάζω λοιπόν και… τα βλέπω όλα! «Ρε πούστη, αυτή κάπου την ξέρω. Αμάν! Η ξαδέρφη του πατέρα μου. Ήμουν πριν τρία χρόνια στο γάμο της. Είχε παντρευτεί ένα μεγαλομαλάκα λεφτά».
Κολλάει κι αυτή. Με κατάλαβε. Σπρώχνει το Ρωσιδάκι, πληρώνει και φεύγει χωρίς να πει τίποτα. Πάει προς τα έξω. Κολλάω.. Τι να κάνω; Και εκεί λέω το μαγικό: «Δε γαμιέται… Τι θα χάσω; Μισή ντροπή δική της, μισή δική μου». Πληρώνω, πάω στον Παύλο και του λέω:
-    «Μην ανησυχείς, θα γυρίσω».
Βγαίνω έξω, ρωτάω στην πόρτα και μου λένε «Δεξιά». Τρέχω και την πετυχαίνω πριν μπει στο ταξί. Την πιάνω, την τραβάω και την κοιτάζω στα μάτια. Περπατάμε, χωρίς να μιλήσουμε, προς το πάρκινγκ. Σκοτάδι έξω ακόμη και ζέστη. Δεν σταματάμε τελικά στο πάρκινγκ και συνεχίζω στο στενό. Δεν ξέρω γιατί,, ασυναίσθητα σταματάω να την τραβάω και την σπρώχνω σε ένα παρκαρισμένο. Την κοιτάζω πάλι.. Σκύβει το κεφάλι και αρχίζει να κλαίει.
Περνάω το ένα μου χέρι στο σβέρκο της βάζοντας τα δάχτυλα μου στα μαλλιά της και το άλλο χέρι μου στη μέση της. Τραβάω δυνατά το κεφάλι της για να με κοιτάξει και της λέω:
-    «Γιατί;»
Αυτή συνεχίζει να κλαίει. Όπως την κοιτάζω μου έρχεται στο μυαλό η φάση που γλείφει τη μουνάρα της το Ρωσιδάκι.
-    «Δεν σε γαμάει ο μαλάκας;» της λέω.
Και πριν τελειώσω μου λέει:
-    «Όχι…»
Εκείνο το όχι ήταν σαν να με έβαζες στην πρίζα που βγάζει ηλεκτρική καύλα. Ένιωσα το κορμί μου να καίγεται και την πούτσα μου να θέλει να εισβάλει στο μουνί της. Την τραβάω πάνω μου και αρχίζω να τη φιλάω… πολύ απότομα και βίαια. Τα χέρια μου, χωρίς να το σκεφτώ, σηκώνουν το φουστάνι της και αρχίζουν να χαϊδεύουν τον κώλο της. Φανταστική κωλάρα, όχι κωλαράκι.
Αυτή ανταποκρίνεται βίαια… λαίμαργα. Εκεί σταμάτησα να σκέφτομαι.. δεν υπήρχε τίποτα. Και βίντεο να με έπαιρνε κάποιος δίπλα μου, δεν θα τον έβλεπα. Χουφτώνω τα βυζιά της και τα βγάζω έξω από το φόρεμα. Τα δαγκώνω και τα γλείφω λες και δεν ξαναείχα δει βυζιά. Ανοίγω το φερμουάρ και τον βγάζω έξω. Σηκώνει τα πόδια της κι εγώ της σκίζω το τάνγκα δεν αντέδρασε καθόλου.
Πλησιάζω και βάζω το πουτσοκέφαλο στην άκρη της τρύπας της ενώ δεν έχουμε σταματήσει να φιλιόμαστε σαν λυσσασμένοι… Σαν λυσσασμένοι στην πραγματικότητα. Τον σπρώχνω μέσα όλο απότομα και ακούω μια κραυγή λες και την χτύπησε ρεύμα. Συνεχίζω με ρυθμό και πάντα άγρια, να νιώθει το καυλί μου να την σκίζει. Μετά από λίγο με σφίγγει στην αγκαλιά της και με κουλουριάζει με τα πόδια της ψιθυρίζοντας στο αφτί μου:
-    «Χύνω… Χύνω… Χύνω…»
Δεν το σκέφτηκα καθόλου, ούτε για μια στιγμή, να μην το κάνω.. ξέρετε ποιο. Αρχίζω να την γαμάω γρήγορα, απότομα, ασταμάτητα κι αυτή αρχίζει να βογκάει σαν τρελή. Να κουλουριάζεται πάνω μου και να νιώθω τον κόλπο της να καίγεται και να γεμίζει από τα χύσια της. Άρχισα να χύνω μέσα της χωρίς σκέψη… χωρίς αίσθηση του χώρου. Ήμουν μέσα της και τη γέμιζα με σπέρμα.
Κάτσαμε έτσι μερικά λεπτά χωρίς να κινηθούμε. Δεν ξέρω αν μας είδαν ή αν μας άκουσαν.
Ήταν ότι τελειότερο έχω ζήσει. Μετά από λίγο κατέβασε τα πόδια της και τραβήχτηκε. Ένιωσα υγρά να κυλούν από τη μουνάρα της αλλά δεν με ενδιέφερε.. ένιωθα μια πρωτόγνωρη ευχαρίστηση.
Βγήκαμε στην Πειραιώς, μπήκε σε ένα ταξί και με κοίταξε γλυκά πριν φύγει. Από τότε υπάρχει συνέχεια, αλλά και μεγάλη εχεμύθεια. Ο Παύλος δεν έμαθε ποτέ τι έγινε και ούτε θα μάθει. Εξάλλου έχει δύο θείες σκέτη καύλα. δεν θα ήθελα να του βάλω ιδέες. Τα καλά τα κρατάμε για μας…

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου